Σούζαν Σόνταγκ, μπελ χουκς, Όντρι Λορντ, Σάρα Άχμεντ, Ρίτα Λάουρα Σεγάτο. Πέντε γυναίκες που στοχάζονται τον κόσμο μας και τον εαυτό τους, μέσα από τη γυναικεία ευαισθησία και εμπειρία αλλά και πέρα από αυτήν, με ισχυρό προσωπικό αποτύπωμα και πρωτότυπη σκέψη.
Γράφει η Φανή Χατζή
Αν και υπάρχει μεγάλη εκδοτική παράδοση για το δοκίμιο στην Ελλάδα, η εκπροσώπηση της γυναικείας θεωρητικής γραφής στα ράφια των βιβλιοπωλείων ήταν και παραμένει περιορισμένη. Έχει μόλις λίγα χρόνια που καλύφθηκε ένα μεγάλο εκδοτικό κενό που αφορούσε την απουσία μεταφράσεων των σημαντικών μαύρων φεμινιστριών Όντρι Λορντ και μπελ χουκς. Χάρη στις εκδόσεις Κείμενα και Μεταίχμιο, αντίστοιχα, πλέον κρατάμε από δύο σημαντικά δείγματα της γραφής της κάθε μίας. Με χαρά βλέπουμε, επίσης, τα βιβλία της Σούζαν Σόνταγκ να μεταφράζονται και να εκδίδονται εκ νέου από τις εκδόσεις Gutenberg. Φέτος, ακόμα, διαβάζουμε για πρώτη φορά στα ελληνικά τη σημαντική Σάρα Άχμεντ και το κομβικό πρόσωπο για το λατινοαμερικανικό φεμινιστικό κίνημα, Ρίτα Λάουρα Σεγάτο.
Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων (μτφρ. Χριστίνα Παπαδοπούλου, εκδ. Gutenberg) της Σούζαν Σόνταγκ [Susan Sontag]
Τα βιβλία της σπουδαίας Αμερικανίδας δοκιμιογράφου Σούζαν Σόνταγκ ήταν επί χρόνια εξαντλημένα στα ελληνικά. Μέσα σε λιγότερο από ενάμισι χρόνο, όμως, οι εκδόσεις Gutenberg έχουν ήδη κυκλοφορήσει τέσσερα βιβλία της, ένα από αυτά μυθοπλασίας, που μας υπενθυμίζουν την εντυπωσιακή σκέψη και διεισδυτική ματιά της. Στο εκτεταμένο πολιτικό δοκίμιο Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων, το τελευταίο βιβλίο που εκδόθηκε πριν από τον θάνατό της, η Σόνταγκ καταπιάνεται με το ζήτημα της διάδοσης των εικόνων πολέμου στη σύγχρονη εποχή και της «κατανάλωσης» του πόνου. «Σήμερα ο πόλεμος έχει μπει –με εικόνα και ήχο– στο σαλόνι μας» (σελ. 32) έγραφε η Σόνταγκ το 2003, κι αν ζούσε σήμερα θα έβλεπε ότι, μέσω των κινητών μας, ο πόνος έχει κατακλύσει κάθε σημείο της ιδιωτικής μας σφαίρας. Αμφισβητώντας την πεποίθηση ότι η φρίκη που αποτυπώνεται στις εικόνες προκαλεί αίσθημα οίκτου, αγανάκτησης ή καλλιεργεί την ενσυναίσθηση, η Σόνταγκ ισχυρίζεται ότι αντιθέτως μας καθιστά ολοένα και πιο απαθείς, δημιουργώντας αποστασιοποίηση.
Αμφισβητώντας την πεποίθηση ότι η φρίκη που αποτυπώνεται στις εικόνες προκαλεί αίσθημα οίκτου, αγανάκτησης ή καλλιεργεί την ενσυναίσθηση, η Σόνταγκ ισχυρίζεται ότι αντιθέτως μας καθιστά ολοένα και πιο απαθείς, δημιουργώντας αποστασιοποίηση.
Όπως έχει διαφανεί κι από το πιο επιδραστικό της έργο, Περί Φωτογραφίας, η Σόνταγκ ανάγει τη φωτογραφία σε ένα ισχυρότατο μέσο που συνδυάζει την αντικειμενική καταγραφή με την υποκειμενική άποψη του δημιουργού. Στο παρόν, εστιάζει και στην ανεξέλεγκτη διάδοση και χειραγώγηση της πολεμικής φωτογραφίας και, κυρίως, στην επιστράτευσή της από την ειδησιογραφία και τους προπαγανδιστικούς σκοπούς της εκάστοτε πλευράς. Μας καλεί, λοιπόν, να σταθούμε με ευσυνειδησία και κριτικό πνεύμα απέναντι στην «εικονογραφία της οδύνης», αλλά εξίσου υπεύθυνα να εξετάσουμε τα προνόμιά μας που μας θέτουν στη θέση του παρατηρητή της φρίκης. Με δεκάδες παραδείγματα από πολέμους του 20ου αιώνα (Β’ΠΠ, Βιετνάμ, Γιουγκοσλαβία, Παλαιστίνη), η Σόνταγκ επανεξετάζει την ηθική στάση που διατηρούμε απέναντι «στον πόνο του άλλου», προσκαλώντας μας να αντισταθούμε στην ανοσία, στην απόσταση που προκαλεί η φωτογραφία ανάμεσα σε «εμάς» και «αυτούς» και στην επακόλουθη αποποίηση των ευθυνών μας.
Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου, εκδ. Μεταίχμιο) της μπελ χουκς [bell hooks]
Η ερευνήτρια, πολιτισμική κριτικός και σημαντική μαύρη θεωρητικός μπελ χουκς δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις. Στο βιβλίο Όλα για την αγάπη: Νέες οπτικές (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου, εκδ. Μεταίχμιο), που είχαμε την τύχη να δούμε στα ελληνικά πέρσι, η χουκς προσφέρει μια πολιτικοποιημένη όψη της αγάπης. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο της «τριλογίας της αγάπης», ενώ στο τρίτο μέρος που εκδόθηκε φέτος με τίτλο Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης, η σημαντική στοχάστρια εστιάζει στις γυναίκες. Επεκτείνοντας τη σκέψη που σκιαγράφησε στο πρώτο μέρος, η χουκς παρατηρεί ότι η πατριαρχία έθεσε τους όρους αντίληψης της αγάπης ως απαραίτητου στοιχείου για τον καθορισμό της αξίας της γυναίκας και μας εκπαίδευσε ώστε να αναζητάμε την αγάπη «στα πιο λάθος μέρη», σε καταστάσεις που υποκρύπτουν εκμετάλλευση, υποταγή και αυτοθυσία.
Διακρίνοντάς την από την πατριαρχική ιδέα της αγάπης, η χουκς προωθεί μια έννοια της αγάπης που συνυπάρχει με την ελευθερία, που έχει μεταμορφωτική δύναμη, που εγκολπώνει τη συντροφικότητα, τη σύνδεση και τον βαθύ σεβασμό.
Η χουκς αναγνωρίζει ότι ο ριζοσπαστικός φεμινισμός καλλιέργησε το έδαφος για την ανατροπή του ετεροκανονικού αφηγήματος και έφερε πραγματική επανάσταση στον τομέα του έρωτα τη δεκαετία του 1960 και 1970, αλλά δεν αναμετρήθηκε με το ζήτημα της «αληθινής» αγάπης. Διακρίνοντάς την από την πατριαρχική ιδέα της αγάπης, η χουκς προωθεί μια έννοια της αγάπης που συνυπάρχει με την ελευθερία, που έχει μεταμορφωτική δύναμη, που εγκολπώνει τη συντροφικότητα, τη σύνδεση και τον βαθύ σεβασμό. Σε πιο προσωπικό τόνο από το πρώτο μέρος της τριλογίας, με οδηγό το απόσταγμα της σοφίας της μέσης ηλικίας και έμφαση στις μεγαλύτερες ηλικιακά γυναίκες, που ανακάλυψαν στο πέρας του χρόνου νέες οπτικές της αγάπης, προτείνει στις νεότερες κοπέλες να μην προσκολλώνται στην ερωτική πτυχή της αγάπης. Αντίθετα, να εξερευνήσουν διευρυμένες πτυχές της, όπως οι ερωτικές φιλίες, η γυναικεία αδελφοσύνη, η κοινότητα, και, κυρίως, η αγάπη για τον εαυτό και το σώμα μας, από όπου πρέπει να ξεκινάει η αναζήτηση.
Ημερολόγια καρκίνου (μτφρ. Ισμήνη Θεοδωροπούλου, εκδ. Κείμενα) της Όντρι Λορντ [Audre Lorde]
Μετά τη μετάφραση της κομβικής συλλογής δοκιμίων και ομιλιών της Όντρι Λορντ, Sister Outsider (μτφρ. Ισμήνη Θεοδωροπούλου, εκδ. Κείμενα), οι εκδόσεις Κείμενα συστήνουν στο ελληνικό κοινό και το εξίσου σημαντικό Ημερολόγια καρκίνου, μια αυτοβιογραφική καταγραφή για την αναμέτρηση της Λορντ με τον καρκίνο. Συνδυάζοντας τον ποιητικό και δοκιμιακό λόγο, η συγγραφέας παραδίδει «μια μαρτυρία της ριζοσπαστικής επαναθεώρησης του εαυτού, του σώματος και της κοινωνίας», όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου η Τρέισι Κ. Σμιθ. Η Λορντ δεν αντιμετωπίζει τον καρκίνο ως μια ασθένεια, αναπηρία ή ιδιωτικό γεγονός, αλλά ως ένα πεδίο αναμέτρησης με το σώμα, το φύλο, τη φυλή και το ιατρικό σύστημα. Υπάρχουν γνώριμα στοιχεία, που εντάσσουν δομικά το κείμενο στον κορμό της γραφής της Λορντ, όπως η αξιοποίηση του θυμού, η αντίσταση στη σιωπή, η μαχητικότητα, αλλά και ένας πολύ προσωπικός τόνος, που αφήνει να διαφανούν οι πιο εύθραυστες πλευρές μιας μαχήτριας.
Η Λορντ δεν αντιμετωπίζει τον καρκίνο ως μια ασθένεια, αναπηρία ή ιδιωτικό γεγονός, αλλά ως ένα πεδίο αναμέτρησης με το σώμα, το φύλο, τη φυλή και το ιατρικό σύστημα.
Η Λορντ χειρίζεται τον καρκίνο ως ένα πολεμικό πεδίο και ταυτόχρονα όπλο και αυτή η αντίφαση διατρέχει όλο το βιβλίο. Η στοχάστρια περιγράφει τον βαθύτατο πόνο μετά τη μαστεκτομή, την αίθουσα ανάνηψης και τις ιατρικές πράξεις στις οποίες υποβάλλεται. Λεκτικοποιεί τον φόβο και την πίκρα με την οποία μαθαίνει να συνυπάρχει, το πένθος και την απώλεια σαν κομμάτι της νέας της ζωής. Βάλλει κατά της βιομηχανίας που επιβάλλει στις γυναίκες ασθενείς να κρύβονται, να φορούν προσθετικά στήθη και να μένουν σιωπηλές σχετικά με το βίωμά τους. Από την άλλη, αγκαλιάζει τη μεταμόρφωση και μέσω της καταγραφής συνειδητοποιεί το μεγαλείο της επιβίωσης και κατανοεί τη θνητότητα ως τη μεγαλύτερη αντίσταση στην εξουσία. Με τη βοήθεια μιας ομάδας γυναικών που στάθηκαν αλληλέγγυες δίπλα της, αδερφικών φίλων και της αγαπημένης της, Φράνσις, που όλες μαζί δίνουν «όρκο δύναμης και γυναικείας αλληλεγγύης», η Λορντ καταφέρνει να αναγεννηθεί νικώντας όχι την ασθένεια, αλλά τη σιωπή, την απόκρυψη, την εσωτερίκευση του πόνου.
Εγχειρίδιο για killjoy φεμινίστριες (μτφρ. Ισμήνη Θεοδωροπούλου, εκδ. Πουά) της Σάρα Άχμεντ [Sara Ahmed]
Μια από τις πιο αξιοσημείωτες non fiction εκδόσεις της φετινής χρονιάς είναι το Εγχειρίδιο για killjoy φεμινίστριες, καθώς συστήνει για πρώτη φορά στα ελληνικά μια από τις σημαντικότερες εν ζωή θεωρητικούς της απο-αποικιακής φεμινιστικής θεωρίας. Η Σάρα Άχμεντ, αν και ερευνήτρια που έχει εισέλθει στον κανόνα των ανθρωπιστικών επιστημών μέσω των θεωρητικών βιβλίων της, η ίδια διατηρεί ταυτόχρονα και έναν πολύ άμεσο τρόπο επικοινωνίας με το ευρύ κοινό, κυρίως τις αναγνώστριες, ακτιβίστριες και μαχήτριες του φεμινισμού. Τρανή απόδειξη οι πολυετείς αναλύσεις στο blog της, feministkilljoys.com, που οδήγησαν στο ενδέκατο της βιβλίο, το εν λόγω εγχειρίδιο. Στο παρόν, η Άχμεντ παραδίδει γλωσσικά το πιο προσβάσιμο κείμενό της, χωρισμένο σε «συμβουλές», «εξισώσεις», «αλήθειες» και «δεσμεύσεις». Η προσιτή γλώσσα και δομή του δεν σημαίνει, πάντως, ότι υπολείπεται σε σύνθετη σκέψη και πλούσια παραδείγματα.
Οι πολλαπλοί ρόλοι της killjoy φεμινίστριας υπογραμμίζουν την αξία της αντίθεσης, της αντιπαράθεσης, της φανερής ενόχλησης με τον κακοποιητικό λόγο και τις φοβικές πρακτικές.
Η Άχμεντ αναμετράται με την ιστορία της killjoy φεμινίστριας ως ενός ανθρωπότυπου αρνητικά φορτισμένου, τα διδάγματα του οποίου πρέπει να επαναδιεκδικήσουμε. Αντλώντας από ένα ευρύ θεωρητικό οπλοστάσιο, από προσωπικές της εμπειρίες αλλά και διάφορων συναδέλφων της εντός της ακαδημίας, καθώς και μέσα από αναλύσεις πολιτισμικών κειμένων, η Άχμεντ σκιαγραφεί την killjoy φεμινίστρια ως φεμινιστικό εργαλείο, ως κριτικό πολιτισμού, φιλόσοφο, ποιήτρια και ακτιβίστρια. Οι πολλαπλοί ρόλοι της killjoy φεμινίστριας υπογραμμίζουν την αξία της αντίθεσης, της αντιπαράθεσης, της φανερής ενόχλησης με τον κακοποιητικό λόγο και τις φοβικές πρακτικές. Το εγχειρίδιο της Άχμεντ δεν είναι απλά ένας οδηγός ριζοσπαστικής συμπεριφοράς, όπως αποδεικνύουν και οι ισχυρές «αντενδείξεις». Με λίγα λόγια, η Άχμεντ καταδεικνύει το κόστος που συνοδεύει την «τέχνη» του να γίνεσαι δυσάρεστη, την εξάντληση και απομόνωση που αυτός ο ρόλος εγκυμονεί, αλλά και την τεράστια μεταμορφωτική δύναμη που ενσωματώνει.
Η γραφή στα σώματα των δολοφονημένων γυναικών στη Σιουδάδ Χουάρες (μτφρ. Κωνσταντίνα Μπούσμπουρα, Κίμων Σχοινάς, εκδ. Πότλατς) της Ρίτα Λάουρα Σεγάτο [Rita Laura Segato]
Ακόμα κι αν δεν έχετε ακούσει το όνομα της σημαντικής ανθρωπολόγου Ρίτα Λάουρα Σεγάτο από την Αργεντινή, ίσως γνωρίζετε την περφόρμανς διαμαρτυρίας «Ένας βιαστής στον δρόμο σου» («Un violador en tu camino»), η οποία δημιουργήθηκε από τη χιλιανή φεμινιστική συλλογικότητα Las Tesis και μεταφέρθηκε σε πολλές χώρες. Η δράση έλαβε χώρα κι εδώ σε πολλές ελληνικές πόλεις με τίτλο «Ο βιαστής είσαι εσύ». Αυτή η περφόρμανς βασίστηκε πάνω σε κείμενα γνωστών ακτιβιστριών, με σημαντικότερη επιρροή αυτό το δοκίμιο της Ρίτα Λάουρα Σεγάτο, που έγινε ορόσημο για την έμφυλη βία στις χώρες της λατινικής Αμερικής και στη συνέχεια σε όλο τον κόσμο. Στη χώρα μας μεταφράστηκε από τις εκδόσεις πότλατς σε μια έκδοση που συμπληρώνεται από το επίμετρο της Ζυλ Φαλκέ [Jules Falquet] με τίτλο «Οι γυναικοκτονίες της Σιουδάδ Χουάρες και η ανασύνθεση της βίας».
Οι δολοφονημένες γυναίκες δεν είναι απλώς θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων ή θύματα μιας παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και σωμάτων, αλλά ενός συστηματικού εγκλήματος που έχει τυποποιηθεί με την οριστικότητα και τη δομή μιας γλώσσας.
Η έρευνα της Σεγάτο εξετάζει τις εκατοντάδες γυναικοκτονίες που τελέστηκαν στη παραμεθόριο περιοχή του Μεξικού, Σιουδάδ Χουάρες, στην πολιτεία Τσιουάουα, ανάμεσα στο 1993 και τo 2011. Η Σεγάτο δεν χειρίζεται αυτές τις γυναικοκτονίες ως μεμονωμένα περιστατικά ή «ακατανόητα εγκλήματα», αλλά ως ένα φαινόμενο που έχει τις ρίζες του στη διασταύρωση της πατριαρχίας με τον παγκοσμιοποιημένο νεοφιλελευθερισμό, όπως αυτός διαμορφώνεται στις ζώνες ελεύθερου εμπορίου. Μάλιστα, θεωρεί τη Σιουδάδ Χουάρες, το «Μεγάλο Σύνορο», ένα σύμβολο της συσσώρευσης κεφαλαίου εις βάρος των φυλετικοποιημένων γυναικών. Οι δολοφονημένες γυναίκες δεν είναι απλώς θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων ή θύματα μιας παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και σωμάτων, αλλά ενός συστηματικού εγκλήματος που έχει τυποποιηθεί με την οριστικότητα και τη δομή μιας γλώσσας. Στην πρωτότυπη αναλογία της Σεγάτο, οι πράξεις βίας και οι δολοφονίες αυτών των γυναικών δημιουργούν ένα σύστημα επικοινωνίας, μια γλώσσα που πρέπει να αποκωδικοποιηθεί και τα σώματα των γυναικών είναι «σημαίνοντα» που αποτυπώνουν μια ιστορία ελέγχου, εξουσίας και καταπίεσης.
*Η ΦΑΝΗ ΧΑΤΖΗ είναι δημοσιογράφος και μεταφράστρια, απόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Αγγλικών και Αμερικανικών Σπουδών.











